Μόλις λίγα χιλιόμετρα από τα ελληνοαλβανικά σύνορα βρίσκεται μία πόλη με μακραίωνη ιστορία. Η Κορυτσά των 100000 κατοίκων ήταν για χρόνια εμπορικό πέρασμα και μήτρα των γραμμάτων της σύγχρονης Αλβανίας.
Είναι αλήθεια πως σε μια ταξιδιωτική συζήτηση με δύο φίλους, σκεφτόμασταν πιθανούς οδικούς προορισμούς από τη Θεσσαλονίκη για ένα τριήμερο. Από τις λίγες προτάσεις που έπεσαν ήταν και η Κορυτσά και ομόφωνα επιλέχθηκε. Σε απόσταση σχεδόν 3 ωρών από τη Θεσσαλονίκη (δίχως απρόοπτα στα σύνορα) βρίσκεται η Κορυτσά. Πρόκειται για ένα ζωντανό κέντρο στη νοτιοανατολική Αλβανία και σίγουρα μια πόλη που σε εκπλήσσει ευχάριστα. Ίσως γιατί είχα θέσει σχετικά χαμηλά τον ταξιδιωτικό μου πήχη και έφυγα με τις καλύτερες εντυπώσεις.
Έτσι λοιπόν δίχως να καθυστερήσουμε στα σύνορα και έπειτα από μισή ώρα εντός αλβανικού εδάφους φτάσαμε στον προορισμό μας. Από αφηγήσεις γνωστών που είχαν επισκεφθεί την πόλη δύο δεκαετίες πριν, περίμενα να αντικρίσω μια πόλη που προσπαθούσε να ορθοποδήσει από την πτώση του καθεστώτος. Όπως ακριβώς την είχαν δει τότε οι γνωστοί μου. Δίχως να είναι όλα αγγελικά πλασμένα, αντίκρισα μια σύγχρονη επαρχιακή πόλη, με υποδομές, όμορφους πεζόδρομους και αναπαλαιωμένο το ιστορικό της κέντρο.
Με μια σύντομη επίσκεψη εύκολα παρατηρεί κανείς τις ιστορικές αλλαγές που έχει ζήσει. Βυζαντινά κατάλοιπα, οθωμανικές αγορές με χάνια και λουτρά, υπολείμματα της κομμουνιστικής περιόδου και πλέον μοντέρνα αρχιτεκτονική συνθέτουν ένα ιδιαίτερο παζλ.
Μιας και μέναμε σε κεντρικό σημείο,η ημέρα ξεκινούσε με περίπατο στο κέντρο της πόλης. Τοπική υπέροχη πίτα για πρωινό, καφέ ανά χείρας και βόλτα. Μάλιστα ο ένας φίλος είχε κανονίσει ένα free walking tour με έναν ντόπιο οδηγό, τον Ευγένιο. Πρώην ιδιοκτήτης χοστελ, πτυχιούχος τουριστικών επαγγελμάτων ο ξεναγός μας με τα άριστα αγγλικά μας εξηγούσε την ιστορία της πόλης σε μία πολλή ενδιαφέρουσα βόλτα. Για την σπουδαιότητα της πόλης από τη ρωμαϊκή περίοδο μιας και ήταν επί της Εγνατίας οδού μέχρι τις ημέρες του Ενβέρ Χότζα και καταλήγοντας στο σήμερα. Η πόλη παρόλο που μοιάζει στον τουρίστα ολοένα να αναπτύσσεται, στα μάτια ενός νεαρού ντόπιου ίσως φαίνεται λιγάκι διαφορετικά. Ναι μεν δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας και υποδομές, αλλά μας τόνισε πως ο πληθυσμός της πόλης είναι γηρασμένος. Οι περισσότεροι νέοι προτιμούν να αναζητήσουν την τύχη τους στα Τίρανα, στις ακτές της χώρας που αναπτύσσονται τουριστικά ή στο εξωτερικό. Με αποτέλεσμα ο μέσος όρος ηλικίας των κατοίκων να είναι υψηλός. Το ίδιο συμβαίνει φυσικά και στις ελληνικές επαρχιακές πόλεις, δυστυχώς. Και αν μου επιτρέπετε μια συμβουλή. Καλό είναι να δίνουμε κάποια χρήματα στα άτομα που που προσφέρονται να μας ξεναγήσουν στην πόλη τους. Είναι μεν δωρεάν, αλλά από ηθικής άποψης ενισχύεις την προσπάθεια τους δίνοντας κάποιο φιλοδώρημα.
Επιπλέον, πολλοί κάτοικοι της είτε έχουν συνταξιοδοτηθεί από την Ελλάδα, είτε έχουν δεσμούς με τη χώρα μας ποικιλοτρόπως. Άλλος πέρασε ένα διάστημα εδώ, είτε έχει μεικτή καταγωγή, είτε έχει συγγενείς στη χώρα μας. Όλοι μέσα στην ευγένεια ακούγοντας ελληνικά προσπαθούσαν να μας εξυπηρετήσουν. Από τον σερβιτόρο μέχρι τυχαίους περαστικούς που ήθελαν και αυτοί να μαρτυρήσουν το δεσμό που είχαν με τη χώρα μας. Άλλωστε είναι πολύ κοντά με την ελληνική επικράτεια και υπάρχει έντονο κοινό παρελθόν. Πολιτισμικό και θρησκευτικό. Παρόλο που η τότε κομμουνιστικη Αλβανία ήταν το μοναδικό κράτος με επίσημη θρησκεία την αθεΐα, η αλβανική επικράτεια απαρτίζεται κυρίως από ορθόδοξους, μουσουλμάνους (μπεκτασήδες οι περισσότεροι) και καθολικούς. Στην Κορυτσά οι πλειοψηφία είναι ορθόδοξοι.
Φυσικά ένα ταξίδι πέρα από τα μνημεία, την ιστορία και τους ανθρώπους, είναι η γαστρονομία της κάθε περιοχής. Το φαγητό και οι γεύσεις αποτελούν βασικό παράγοντα επιλογής ταξιδιού για εμένα. Η Κορυτσά λοιπόν ήταν μια ανταμοιβή για τις προσδοκίες μας. Η ευρύτερη περιοχή έχει πανομοιότυπο μικροκλίμα και κοινά χαρακτηριστικά με την Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία. Έτσι λοιπόν υπάρχουν και πολλά κοινά στην κουζίνα. Στην Κορυτσά θα βρει κανείς υπέροχα κρεατικά καθώς και φημισμένες πίτες που ψήνονται με ιδιαίτερο τρόπο στα κάρβουνα. Στα ορεκτικά υπάρχουν πιπεριές Φλωρίνης, διάφορες αλοιφές με σαφείς επιρροές από Ελλάδα καθώς και υπέροχα τυριά και τοπικά κρασιά. Η Κορυτσά επίσης είναι περιφανή πως ήταν η πρώτη πόλη στην Αλβανία που δημιούργησε τη δική της μπύρα. Η μπύρα Korce είναι η δημοφιλέστερη στη χώρα και η ζυθοποιία είναι επισκέψιμη και διαθέτει ένα όμορφο εστιατόριο. Εκεί σε πολύ προσιτές τιμές μπορεί να απολαύσει κανείς τη δική τους μπύρα συνοδείας κερνάτσε, το ντόπιο σουτζουκάκι. Διαθέτει πλούσιο κατάλογο και είναι μέρος που προτιμούν πολλές οικογένειες για την έξοδο τους μιας και διαθέτει όμορφο προαύλιο χώρο.
Αξίζει να αναφέρω πως στην Αλβανία οι Έλληνες πολίτες δε χρειάζονται διαβατήριο, η ταυτότητα αρκεί. Επιπλέον πέρα των αγγλικών, πολλοί κάτοικοι της γνωρίζουν ελληνικά, οπότε η συνεννόηση είναι εύκολη για κάποιον που δεν είναι εξοικειωμένος με τις ξένες γλώσσες. Στα των συναλλαγών, την εποχή που πήγα η αναλογία ήταν 103 λεκ=1€. Όλοι όμως πέρα από το τοπικό νόμισμα δέχονται και ευρώ, οπότε χονδρικά για κάθε 100 που έβλεπες στον τιμοκατάλογο πλήρωνες το αντίστοιχο 1 σε ευρώ και ήταν εύκολος ο υπολογισμός. Κατά τη διανομή μας εκεί δεν είχαμε ποτέ το άγχος να κάνουμε συνάλλαγμα, μιας και το ευρωπαϊκό νόμισμα αρκούσε για τις συναλλαγές μας. Στα περισσότερα καταστήματα δέχονται και κάρτα προφανώς.
Αν αναζητάτε καταλύματα στην περιοχή θα πρότεινα να ελέγξετε τις προσφορές της Booking.