Άλλο ένα κυριακάτικο πρωινό μας βρήκε σε κάποιο βουνό της Μακεδονίας. Αυτή τη φορά σε έναν πανέμορφο ορεινό όγκο της Χαλκιδικής, ο οποίος παρά το κάλος του, έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό από το χρυσοφόρο υπέδαφος του. Εκεί όπου ανάμεσα στα αρχέγονα δάση οξιάς και δρυός ξεπροβάλει πλέον ένα εργοστάσιο επεξεργασίας χρυσού και άλλων μεταλλευμάτων. Βρεθήκαμε στις Σκουριές για να «ΞεΣκουριάσουμε» στα υπέροχα μονοπάτια του βουνού, ένα όμορφο πρωινό του Οκτωβρίου.
Εκεί λοιπόν για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά, ο Πολιτιστικός Σύλλογος και ο Σύλλογος Γυναικών Μεγάλης Παναγιάς, οργάνωσαν τον ορεινό αγώνα Ξε Σκουριά Ζω, μήκους 24 χιλιομέτρων στα μονοπάτια του Κάκκαβου, στο πανέμορφο δάσος των Σκουριών. Στόχος του αγώνα είναι να προβάλει την ομορφιά του βουνού στους δρομείς και να αφυπνίσει το κοινό απέναντι στους επερχόμενους κινδύνους που διατρέχει το περιβάλλον της περιοχής. Στο κάλεσμα ανταποκρίθηκαν δεκάδες δρομείς-φίλοι του βουνού από διάφορα μέρη της Ελλάδας καθώς και ορισμένοι εκ Γερμανίας.
Η πλατεία της γραφικής Μεγάλης Παναγιάς είχε φορέσει τα αθλητικά της και ήταν έτοιμη για να φιλοξενήσει τον αγώνα. Ο καιρός όπως μας είχε ενημερώσει ο χωριανός Σάκης Αρναούτογλου, ήταν συννεφιασμένος, καθιστώντας τον ιδανικό για αθλητικές δραστηριότητες. H Μεγάλη Παναγία (προηγούμενο όνομα Ρεβενίκια),σύμφωνα με τη wikipedia είναι κωμόπολη της Χαλκιδικής η οποία βρίσκεται στις υπώρειες του όρους Χτίκελα, μεταξύ των χερσονήσων Σιθωνίας και Αγίου Όρους, σε απόσταση 16 χλμ. από τη θάλασσα. Πρόκειται για έναν ιστορικό οικισμό, περιτριγυρισμένο από κατάφυτα βουνά.
Όσο πλησιάζει η ώρα της εκκίνησης τόσος περισσότερος κόσμος συγκεντρωνόταν στην εκκίνηση του αγώνα. Η πλατεία του χωριού είχε γεμίσει κόσμο και στις 10:00 ξεκινήσαμε για τα 24 χιλιόμετρα του αγώνα. Ένα τέταρτο αργότερα δόθηκε η εκκίνηση του μικρού αγώνα της διοργάνωσης, μήκους 5 χιλιομέτρων. Από αγωνιστικής πλευράς τώρα. Ανανεωμένοι και ορεξάτοι ξεχυθήκαμε στα στενά του χωριού και αρχίσαμε σταδιακά να ανηφορίζουμε προς τα όρη. Τα πρώτα έξι χιλιόμετρα του αγώνα είναι ουσιαστικά μια ανάβαση με διάφορες κλίσεις . Τα μονοπάτια είναι άνετα και “ευρύχωρα” , αποφεύγοντας έτσι τον συνωστισμό. Ο κάθε δρομέας έχει τη δυνατότητα να επιλέγει το ρυθμό που θα τρέχει, δίχως να ενοχλείται ή να επηρεάζεται από άλλους αθλητές.
Οι ανάσες βαριές και το τοπίο γίνεται ολοένα και πιο σαγηνευτικό. Μεγάλο πλήθος της Μακεδονικής χλωρίδας συγκεντρώνεται στα δάση της ορεινής Χαλκιδικής. Θα χρειαζόταν πείρα εξειδικευμένου βοτανολόγου για να κωδικοποιήσουμε τα διάφορα είδη. Έπειτα από περίπου έξι χιλιόμετρα και έχοντας πλέον ο δρομέας τιθασεύσει τις αναπνοές του, η διαδρομή γίνεται πιο ήπια. Ορισμένες μικρές αυξομειώσεις των υψομετρικών διαφορών καθιστούν το τρέξιμο ευχάριστο και ο αγωνιζόμενος διαθέτει λίγο χρόνο για να απολαύσει τη όμορφη θέα. Κάπου ανάμεσα στο θρόισμα των φύλλων και τα βήματα των άλλων δρομέων, ξεπροβάλει στα μάτια μας μια βαριά βιομηχανία. Πριν δύο χρόνια είχα γράψει ότι αντικρίσαμε ένα σεληνιακό τοπίο. Τώρα πλέον εποικίσαμε τη “σελήνη” και δημιουργήσαμε και έναν οικισμό, ξένο με το φυσικό περιβάλλον. Οι μεταλλικοί φράκτες περιτριγυρίζουν το χώρο και πλήθος αστυνομικών καμαρώνει το αθλητικό γεγονός. Δε χωρά αμφιβολία πως ο αγώνας έχει κερδίσει το τίτλο, ως αυτός με τους περισσότερους ενστόλους, ανάμεσα στο κοινό.
Είναι αλήθεια πως τμήμα του αγώνα περνά από δασικούς δρόμους, οι οποίοι θυμίζουν περισσότερο καλοστρωμένους ασφάλτινους επαρχιακούς δρόμους, παρά δασικούς. Φυσικά αυτό γίνεται διότι η διοργάνωση του αγώνα θέλησε να προβάλει στους αθλητές την “ανάπτυξη” που φέρνουν στον τόπο τους τέτοιου είδους έργα υποδομών. Όσο η πορεία των αθλητών συνεχίζεται και απομακρυνόμαστε από το χώρο του εργοστασίου της Eλληνικός Χρυσός, τόσο εισερχόμαστε ξανά στην φυσική ομορφιά του τοπίου.
Δε χωρά αμφιβολία πως το δυσκολότερο τμήμα του αγώνα ξεκινά περίπου στο 15ο χιλιόμετρο. Από εκείνο το σημείο και αφετηρία το 3ο στεκ σε ένα υπέροχο μέρος γεμάτο καρυδιές, αρχίζει ένα υπερβολικά ανηφορικό κομμάτι. Αν πάλι είσαι απροπόνητος, όπως ο υπογράφων, μοιάζει περισσότερο με Γολγοθά παρά με μονοπάτι. Θα χρησιμοποιήσω μια παλαιότερη παράγραφο μου για να περιγράψω το σημείο, χρησιμοποιώντας όρους της στατιστικής.
Όπως λέγεται ότι το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει το 99% του παγκόσμιου πλούτου, έτσι και στο σημείο αυτό, το 1/3 των υψομετρικών διαφορών (περίπου 400 μέτρα) “μαζεύεται” στο 1/12 της συνολικής διαδρομής (σε 2 από τα 24 χιλιόμετρα). Σας μπέρδεψα με τα ποσοστά, αλλά όσοι κατέκτησαν τούτη την επώδυνη πλαγιά ίσως νιώθουν ακόμα την κούραση και την ικανοποίηση αυτής της κατάκτησης. Τα πολύχρωμα τελάρα με τα καρύδια μας αποχαιρετούσαν στην αρχή της ανηφόρας και το τέταρτο στεκ με τα απαραίτητα εφόδια ήταν το καλύτερο φινάλε αυτής. Ένα κομμάτι της διαδρομής, μόλις 2 χιλιομέτρων σε μήκος, αλλά με κλίσεις που έφταναν το 41% καταλαβαίνει κανείς πόσο απαιτητική ήταν τούτη η ανάβαση. Δεν ξέρω αν μπορεί να αντιληφθεί κανείς, πλην όσων συμμετείχαν, τον πόνο στους τετρακεφάλους.
Από εκείνο το σημείο που οριστικά τελειώνει στο 4ο στεκ η διαδρομή γίνεται πιο ήπια και οι κατηφορικές κλίσεις υπερισχύουν των ανηφορικών. Ο δρόμος για τον τερματισμό ολοένα και μικραίνει και η πλατεία του χωριού που δόθηκε η εκκίνηση, περιμένει να μας υποδεχθεί. Μια μικρή προσοχή από πλευράς δρομέων απαιτείται στο τελευταίο βραχώδες κομμάτι της διαδρομής, το οποίο ευτυχώς ήταν στεγνό, μιας και ο καιρός ήταν ιδανικός για τρέξιμο. Ιδανική θερμοκρασία και στεγνό τερέν.
Ο αγώνας κατά την άποψη μου στέφθηκε με επιτυχία, αν και δεν είχε το πλήθος των συμμετεχόντων που ανέμενα. Το χωριό στην πλειοψηφία του αγκάλιασε τη διοργάνωση, δίνοντας με αυτόν το τρόπο βροντερό παρόν απέναντι στου κινδύνους που ελλοχεύουν στο φυσικό περιβάλλον. Άλλοι πάλι, εκτός διοργάνωσης, που προφανώς δεν ήταν ευχαριστημένοι με την παρουσία τόσων ανθρώπων στο χωριό τους, πρότειναν πως καλύτερα θα ήταν να μας δώσουν αντισκοριακό αν θέλουμε να “Ξεσκουριάσουμε” παρά να συμμετέχουμε στο αγώνα που διεξήχθη στην άλλοτε παρθένα φύση. Προφανώς στο μυαλό τους, το καναδικό δολάριο έχει περισσότερη αξία από το νερό που πίνουν.
Καλό θα είναι να αναφερθεί πως στο μήκος του αγώνα υπήρχαν 5 σταθμοί ανεφοδιασμού που είχαν τα απαραίτητα και σε αφθονία. Οι εθελοντές για άλλη μια φορά ήταν φιλικότατοι και ευγενέστατοι και η σήμανση του αγώνα ήταν αρκετά καλή.
Το κόστος για το δρομέα ήταν 15 ευρώ και η τσάντα του αθλητή περιείχε ένα τεχνικό μπλουζάκι, μια κηραλοιφή, φλαμούρι και ηλεκτρονική χρονομέτρηση. Προσωπική μου άποψη είναι πως θεωρώ περιττό, σε έναν ορεινό αγώνα που δεν απευθύνεται σε πρωταθλητές να υπάρχει ηλεκτρονική χρονομέτρηση για τους δρομείς, ανεβάζοντας κατά πολύ το κόστος της διοργάνωσης και κατά συνέπεια το κόστος συμμετοχής για τον αθλούμενο. Ας υπάρχουν και λίγα δεύτερα απόκλισης, δε χάθηκε ο κόσμος.
Στο τέλος του αγώνα και έχοντας τα όμορφα αναμνηστικά μετάλλια στο λαιμό, μας περίμενε και ένας εκπληκτικός μπουφές που ετοίμασαν οι γυναίκες του χωριού. Υπέροχες πίτες, σούπα, γλυκά, μέχρι και σουβλάκια υπήρχαν στην πλατεία του χωριού, η οποία γέμισε με κόσμο που αγαπά τη φύση και αγωνίζεται για αυτήν.
Τούτο το φθινοπωρινό πρωινό στη Χαλκιδική, εύκολα διαπιστώσαμε ότι ο πραγματικός χρυσός τελικά είναι το νερό και τα δάση μας! Καλή συνέχεια.
Κώστας Φυλακτός
Στο FB θα μας βρείτε στο RUNVEL.