Όταν ένας αγώνας ορεινού τρεξίματος λαμβάνει χώρα στο υπέροχο άλσος του Αγίου Νικολάου στη Νάουσα και στον ορεινό όγκο του Βερμίου, δεν μπορεί να μην είναι εντυπωσιακός. Έτσι λοιπόν, την Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου ο τόπος ήταν έτοιμος να υποδεχθεί τους δρομείς που θα συμμετείχαν στο 1ο Naousa Vermio Trail . Ενός ορεινού αγώνα 24 όμορφων χιλιομέτρων και 900 μέτρων θετικών υψομετρικών διαφορών.
Ως σημείο αφετηρίας και τερματισμού επιλέχθηκε το άλσος του Αγίου Νικολάου, λίγο έξω από την πόλη της Νάουσας, στην κεντρική Μακεδονία. Εκεί όπου η φύση σε συνδυασμό με τη διακριτική ανθρώπινη παρουσία έχουν δημιουργήσει ένα μοναδικό μέρος που κατά την προσωπική μου άποψη, αποτελεί ένα από τα ομορφότερα περιαστικά άλση της χώρας μας. Τα τρεχούμενα νερά σε συνδυασμό με την υπέροχη βλάστηση κάνουν το τοπίο να μοιάζει ξεχωριστό. Ένα τόπος πνιγμένος στα πλατάνια όπου ανάμεσα τους ρέει γάργαρη και κρυστάλλινη η Αράπιτσα.
Πλήθος κόσμου συγκεντρώθηκε για την όμορφη αυτή διοργάνωση. Αθλητές, διοργανωτές, συνοδοί και θεατές, όλοι τους χαρούμενοι περίμεναν την έναρξη του αγώνα. Άλλοι φρόντιζαν τις τελευταίες λεπτομέρειες, άλλοι ολοκλήρωναν την εγγραφή τους, ενώ άλλοι πραγματοποιούσαν το ζέσταμα τους. Το 1ο Naousa Vermio Trail περιελάμβανε ορεινούς αγώνες 24 km , 10 km καθώς και ένα μικρό αγώνα εντός του άλσος για τους μικρούς φίλους. Η εκκίνηση των μεγαλύτερων αγώνων δόθηκε με μια καθυστέρηση 15 λεπτών μιας και υπήρξε μια μικρή χρονοτριβή, καθώς συσσωρεύτηκε αρκετός κόσμος στη γραμματεία του αγώνα.
Ξέχωρα από το συγκεκριμένο αγώνα, κατόπιν σκέψης και προβληματισμού συμπέρανα πως το ορεινό τρέξιμο εμπεριέχει κάποια στοιχεία μαζοχισμού. Η συντριπτική πλειοψηφία των δρομέων είναι ερασιτέχνες αθλούμενοι που αρέσκονται να βρίσκονται στη φύση και να δοκιμάζουν τα όριά τους. Ξυπνούν από τα χαράματα, κάνουν μετακινήσεις πολλές φορές σε μέρη μακρινά, ξοδεύουν χρήματα και χρόνο και υποβάλουν τον εαυτό τους σε σκληρές δοκιμασίες δίχως κάποια υλική ανταμοιβή. Ίσως θα μπορούσε να πει κανείς εκτός χώρου, πως το μυαλό ενός δρομέα είναι μια άβυσσος. Είναι πράγματι δύσκολο να εξηγήσει κανείς τούτη την αγάπη για το ορεινό τρέξιμο. Από την άλλη όμως, μια απλή μετάβαση της γραμμής τερματισμού ανεξαρτήτως χρόνου, κάνει όλα τα παραπάνω να φαντάζουν μικρά και ανούσια. Η ικανοποίηση της πραγματοποίησης του στόχου, σε συνδυασμό με τις ενδορφίνες που παράγει ο οργανισμός, δημιουργούν ένα κοκτέιλ ευφορίας στο ταλαιπωρημένο σώμα του δρομέα.
Τούτο το συναίσθημα είχε καιρό να ζήσει ο υπογράφων, για αυτό το λόγο συμμετείχε στον αγώνα. Για την ικανοποίηση του επιτυχούς τερματισμού, δίχως να είναι σε φυσική κατάσταση να κάνει κάποια επίδοση, αλλά ούτε να την αναζητά. Έτσι λοιπόν ήμουν και εγώ ανάμεσα στους δρομείς των 24 χιλιομέτρων που ξεκίνησαν για τα μονοπάτια του βουνού. Όλοι μας ξεχυθήκαμε για να απολαύσουμε τις ομορφιές του Βερμίου.
Τα πρώτα χιλιόμετρα του αγώνα αποτελούνται κυρίως από ασφάλτινα τμήματα, καθώς και από χωματόδρομους που εναλλάσσονται με άνετα μονοπάτια, η κλίση των οποίων είναι ως επί το πλείστον σταθερά ανηφορική. Αν κάποιος παρατηρήσει τη γύρω βλάστηση θα αντιληφθεί πως ολοένα και αλλάζει. Από τα οπωροφόρα, τις ροδακινιές και τις κερασιές στα χαμηλότερα ύψη, σταδιακά συναντούμε φλαμουριές, καστανιές και πλήθος ακόμη πανύψηλων δέντρων που σκίαζαν το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής, αφήνοντας ελάχιστα σημεία του αγώνα εκτεθειμένα στον καυτό ήλιο.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των θετικών υψομετρικών του αγώνα, ο αθλητής το συναντά στα 15 πρώτα χιλιόμετρα. Μόλις ο δρομέας φτάσει στο τρίτο στεκ της διαδρομής και αγγίξει το υψηλότερο σημείο του αγώνα, έπειτα τον περιμένει μια συνεχόμενη κατάβαση σε ήπιο μονοπάτι και δασικούς δρόμους.
Συνολικά οι σταθμοί τροφοδοσίας σε όλη τη διαδρομή ήταν πέντε και διέθεταν τα απαραίτητα και σε αφθονία. Η σήμανση του αγώνα ήταν πολύ καλή και ήταν εξαιρετικά δύσκολο να φύγει κανείς εκτός πορείας. Τα μονοπάτια ήταν σε εξίσου καλή κατάσταση και το τερέν αποτελούσε ιδανικό δρομικό πεδίο για όποιον αναζητούσε κάποια επίδοση. Ο καιρός ήταν αρκετά ζεστός και ειδικά στα τελευταία χιλιόμετρα που δεν ήταν δασωμένη η διαδρομή, ο αθλητής ένιωθε την καυτή παρουσία του Σεπτεμβριανού ήλιου. Από πλευράς εθελοντών και διασωστών, η παρουσία τους ήταν έντονη και υποδειγματική σε πάμπολλα σημεία της διαδρομής.
Κατά τη γνώμη μου , ο αγώνας αποτελεί ένα ήπιο 24αρι με καλά κατανεμημένα τα υψομετρικά του. Θεωρείται ένας γρήγορος αγώνας για τους καλά προπονημένους, μιας και σε όλη τη διαδρομή δε συναντά κανείς τραχιά σημεία και απότομες ανηφόρες που μοιάζουν με “καρφιά”. Τα ομορφότερα σημεία του αγώνα ήταν στα υψόμετρα που άγγιζαν και ξεπερνούσαν τα 1000 μέτρα, εκεί όπου η φύση οργίαζε και στα αριστερά σου σε πολύ χαμηλότερο υψόμετρο, παρατηρούσες με κλέφτες ματιές τον κάμπο της Νάουσας.
Ο αγώνας ήταν καλά οργανωμένος και θεωρώ πως άφησε καλές εντυπώσεις. Το κόστος συμμετοχής ήταν στα 10 ευρώ και ο αθλητής λάμβανε μετάλλιο, τροφοδοσία στους 5 σταθμούς, καθώς και πλήθος καλών κατά τον τερματισμό, όπως φρούτα, κρύα σάντουιτς, νόστιμη σούπα, χυμούς και ντόπιο εκλεκτό κρασί για τους μερακλήδες. Άποψη μου είναι πως καλώς δεν χρησιμοποιήθηκε ηλεκτρονική χρονομέτρηση, καθώς θα ανέβαζε αρκετά το κόστος της διοργάνωσης και δε θεωρώ πως σε αγώνες-γιορτές για την τοπική κοινωνία, είναι απαραίτητη μια τέτοιου τύπου παροχή, μη τυχόν ξεφύγει κανένα δέκατο του δευτερολέπτου. Επίσης για την καθυστέρηση κατά την εκκίνηση, ίσως θα έπρεπε να υπήρχαν δυο γραμματείες για τους αγώνες των 10 και 24 χιλιομέτρων, μία για κάθε αγώνα, ώστε να είχε αποφευχθεί ο συνωστισμός. Μικρό το κακό, αλλά το επισημαίνω διότι μου ήρθε σαν σκέψη.
Γεροί να είμαστε και θα τρέξουμε και στην επόμενη διοργάνωση. Μπράβο σε όλους, αλλά κυρίως στους εθελοντές και διασώστες μιας και χωρίς την ανιδιοτελή τους προσφορά κανένας αγώνας δε θα μπορούσε να υλοποιηθεί.
Κώστας Φυλακτός
Το Runvel θα το βρείτε και στο facebook